Βορειοηπειρωτικός Πόνος - Καθήκοντα αφύπνισης - Ζητείται Νέος Καποδίστριας
Βορειοηπειρωτικός Πόνος - Καθήκοντα αφύπνισης - Ζητείται Νέος Καποδίστριας
Σεβαστέ φίλε!
Διάβασα με προσοχή όσα μου έστειλες. Σε ευχαριστώ και σε συγχαίρω για τον αγώνα που κάνεις για τα δικαιώματά μας, της «από δω» ελληνικότητας. Μας ενθαρρύνει κάθε είδους προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση, μας συγκινεί κάθε σκέψη δική σας.
Φίλε, οφείλω να ομολογήσω ότι αφορμή για αυτό το κείμενο ήταν μία δική σου φράση: «Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα, έλεγαν οι Αρχαίοι ημών Πρόγονοι».
Πριν από λίγες μέρες, μετά την επικοινωνία που είχαμε, συμφωνήσαμε στα εξής: Η διχόνοια μας κούρασε. Η παλιά διχόνοια μας διέλυσε και η νέα μας μάρανε. Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι παιδιά της ίδιας μήτρας είναι και οι δύο. Όπως οφείλουμε όλοι οι ορθά σκεπτόμενοι να βρούμε μία λύση, το αδελφοκτόνο μίσος δεν οδηγεί πουθενά. Μόνο οι «από δω» και «από κει» αντίπαλοί μας είναι ικανοποιημένοι με την κατάντια μας και χαίρονται με το γεγονός ότι εμείς οι Νεοέλληνες δεν έχουμε ξεκαθαρίσει με τον εαυτό μας ποιοι είμαστε, δεν έχουμε καθορίσει την ταυτότητά μας. Λέμε συνεχώς ότι είμαστε απόγονοι των Αρχαίων ημών Προγόνων, αλλά συνειδησιακά δεν έχουμε καμία σχέση με αυτούς. Είναι πασιφανές ότι τα αίτια αυτής της κατάντιας είναι πνευματικά ή, καλύτερα, αυτογνωστικής φύσεως.
Συμφωνήσαμε στην επικοινωνία που είχαμε ότι η λύση αυτών των θεμάτων δεν είναι εύκολη. Έχουν να κάνουν με το βάθος του χρόνου και της εσωτερικότητας. Η έρευνα αυτή είναι μεν δύσκολη, όχι όμως ακατόρθωτη, και σου είπα ότι θα προσπαθήσω, μέσα στις περιορισμένες δυνατότητές μου, να σου εκφράσω μια άποψη.
Φίλε, επίτρεψέ μου κατ’ αρχάς να μιλήσω λίγο για την πορεία των «από δω» ανήσυχων Ελλήνων. Μεγαλώσαμε σε ένα πειθαρχημένο κράτος, που τα όρια της πειθαρχίας του ξεπερνούσαν κάθε όριο καθεστωτικών συστημάτων. Μέσα από αυτές τις συνθήκες μάθαμε να πειθαρχούμε τα όρια της σκέψης και της φαντασίας, αφήνοντας ελεύθερη τη θέληση για γνώση. Έτσι, χωρίς να το θέλουμε, γυμνάσαμε κρυφά τον εσωτερικό μας κόσμο, τροφοδοτώντας τον με δίψα για γνώση και αλήθειες που ξεπερνούσαν τα σύνορα του καθεστώτος, περιμένοντας κάποια αναφορά για μας, κάποιο φως στο τούνελ.
Πολλοί ορισμοί έχουν ειπωθεί για μας. Κάποιοι μας ονόμασαν «γέφυρα φιλίας», πάνω στην οποία εκτελούνταν φιλικά και εχθρικά περάσματα. Άλλοι μας ονόμασαν «πολιτικό εμπόδιο στην ειρηνική συμβίωση» δύο κρατών, που οι ιστορικές συγκυρίες το έβαλαν ανάμεσά τους και ο χρόνος θα το σβήσει. Άλλοι μας πέταξαν κομμάτια ελεημοσύνης σαν νανούρισμα, να πάψει το κλάμα της ορφάνιας μας.
Επί χρόνια, δεκαετίες, παρακολουθούμε με προσοχή και σιωπηλά κάθε φωνή, πράξη που αφορά τον χώρο μας, είτε για το σήμερα, το χθες ή το μακρινό μας προχθές. Ιδιαίτερη αξία δίναμε όταν αυτό ερχόταν από τη μητέρα πατρίδα. Ακόμα και σήμερα, μέσω αυτών των μηνυμάτων, προσπαθούμε να διακρίνουμε το αληθινό, το γνήσιο που ταιριάζει με τον πόνο μας, από το ψεύτικο. Γιατί εμείς, άθελά μας, μετατραπήκαμε σε «μετρητές» του αληθινού πόνου και των αληθινών αισθημάτων. Ενστικτωδώς νιώθουμε τι τα ελαφραίνει αυτά και τι όχι. Αναγκαστήκαμε να ερευνήσουμε τα αίτια της κατάντιας μας από όλες τις πλευρές και όλες τις διαστάσεις και, μέσα σε αυτήν την προσπάθεια, βρήκαμε τι ταιριάζει με το Είναι μας και τι προσποιείται να του μοιάζει.
Ομολογώ ότι αυτή η διαδικασία ήταν επίπονη και μακρόχρονη, κάποιες στιγμές περνούσε τα όρια της επιβίωσης και του «καθώς πρέπει», άλλες φορές και τα όρια του διαβάσματος. Έτσι, παίζοντας με τον πόνο, συμφιλιωθήκαμε με αυτόν, με τα αίτια του, και κάπως έτσι, αυθόρμητα, γνωρίσαμε και τον εαυτό μας, το Είναι μας. Νιώσαμε στο πετσί μας αυτό που λέγεται αυτογνωσία. Μετατρέψαμε τον εαυτό μας σε «μηχάνημα» που αξιολογεί συναισθήματα, ιστορικά γεγονότα, ιδεολογήματα, ακόμα και διάφορα δόγματα. Το ζήσαμε αυτό σαν ένα όμορφο πέρασμα από την ορθολογικότητα στην αληθινή γνώση. Κάποιοι λένε αυτή τη διαδικασία αφύπνιση, άλλοι υπέρβαση. Άλλοι το λένε αυτογνωσία. Για μας, σημασία έχει το γεγονός. Είναι ο τρόπος και η διαδικασία να προετοιμάσεις τον εαυτό σου να συλλάβει ιδέες πέρα από τη φαινομενικότητα, τον ορθολογισμό.
Μέσα σε αυτήν την πορεία διαπιστώσαμε την πικρή αλήθεια: η Μητέρα Πατρίδα μας νοσεί. Η αρρώστια της λέγεται Διχόνοια. Προχωρήσαμε πιο βαθιά να βρούμε τις αιτίες της νόσου της και βρήκαμε αρκετές: πνευματική ανεπάρκεια, αυτογνωστική άρνηση, αυταρέσκεια στη μετριότητα και λοιπά. Όσο η Μητέρα Πατρίδα μας νοσεί, εμείς σερνόμαστε. Όσο αυτή σέρνεται πίσω από τα γεγονότα, εμείς σέρνουμε τον χορό της αφάνειας.
Το να ζεις μέσα σε ένα ιδεολόγημα, όπως εμείς που το λέμε δικτατορία, δεν έχει μεγάλη διαφορά από το να μεγαλώνεις μέσα σε πολλά ιδεολογήματα και αυτό να το λες δημοκρατία, προοδευτική αντίληψη.
Το να ζεις μέσα σε αθεΐα και αυτό να το λες υλισμό, δεν έχει μεγάλη διαφορά από το να μεγαλώνεις μέσα σε δογματικό περιορισμό και αυτό να το ονομάζεις ελευθερία, ανωτερότητα, προνομιακή θέση μπροστά στο Χθες μας, στις ανώτερες αξίες.
Το να σπουδάσεις σε πανεπιστήμια που πνευματικούς πατέρες έχουν τον Marx, τον Engels ή τον Στάλιν, δεν διαφέρει πολύ από το να μελετάς τον Freud, τον Darwin ή τον Hegel.Κανένα από αυτά δεν σου ανοίγει ένα παράθυρο να δεις το Χθες σου, που λέγεται Αρχαιότητα.
Το να είσαι αναγκασμένος να διαλέξεις ένα ιδεολόγημα: πολιτικό, θρησκευτικό ή επιστημονικό, γίνεσαι αυτόματα πειθαρχημένο όργανο του, έτοιμος να πολεμήσεις κάθε αντίπαλο, είτε είναι αδελφός, φίλος, γείτονας ή συμπατριώτης. Γίνεσαι έτοιμος στρατιώτης για εμφύλιες συρράξεις. Η ιδεολογική αντίληψη είναι όπως κάθε άλλη νάρκωση. Είναι το καλύτερο μέσο διάλυσης της κοινωνικής αρμονίας, συνοχής.
«Ιδού η Ρόδος, ιδού το πήδημα», λέει ο μύθος, όπως αναφέρεις, φίλε. Αναρωτιόμαστε: Τι στόμα είπε αυτή τη φράση; Τι συνείδηση είχε αυτό το στόμα; Τι αντιληπτική ικανότητα είχε αυτή η συνείδηση; Τι έρευνα έκανε αυτή η αντίληψη; Με τι πνεύμα συνόδευε αυτή την έρευνα; Πότε θα δούμε τις αλήθειες του Χθες με τα μάτια του σήμερα, για να μάθουμε να βλέπουμε και το σήμερα με τα μάτια του Χθες; Πότε θα αποκτήσουμε το όραμα να οδηγηθούμε στο ύψος του καθήκοντος; Βουβαμάρα...
Οφείλω να ομολογήσω ότι με ειλικρίνεια και σεβασμό δεχόμαστε κάθε φωνή ή πράξη βοήθειας που απευθύνεται σε μας. Θεωρούμε αγένεια όταν κάποιος όμοιός μας θέλει να ελαφρύνει την κατάστασή μας και εμείς να το αρνηθούμε. Θεωρούμε ντροπή αν τα μεγαλύτερα αδέρφια μας θέλουν να μας βοηθήσουν και εμείς να αρνηθούμε τη βοήθεια του ενός ή του άλλου, επειδή μεταξύ τους υπάρχει κάποια αντιπαλότητα. Αν τα μεγάλα αδέρφια έχουν προβλήματα μεταξύ τους, για μας είναι πολύ δυσάρεστο. Έχουμε μάθει τα αδέρφια να είναι αγαπημένα και δυνατά, προπάντων, όταν γύρω τους υπάρχουν απειλές. Τότε η ομόνοιά τους γίνεται επιτακτική ανάγκη. Η ιστορία του τόπου μας και ο κοινός νους αυτό μας διδάσκει.
Για την ομόνοια των μεγάλων αδερφών προσευχόμαστε. Εμείς, τα ξεχασμένα παιδιά του χθες, έχουμε αναπτυγμένα τα αδελφικά αισθητήρια. Νιώθουμε τα αίτια της διχόνοιάς σας, γι’ αυτό πονάμε περισσότερο. Το μάθαμε καλά αυτό το τροπάρι. Η διχόνοιά σας ενισχύει την κατάντια μας. Σας παρακολουθούμε «από δω και από κει» και απορούμε, ντρεπόμαστε για την αντιπαλότητα αυτή. Σας παρακαλούμε να δεχτείτε τη συμβουλή μας και με χαμηλή φωνή σας ρωτάμε: Οι αξίες που επιδιώκετε, γιατί να είναι διαφορετικές; Δεν ζητάτε και οι δύο πλευρές υγεία, παιδεία, ευημερία, πρόοδο, ασφάλεια και αξιοπρέπεια; Πού διαφέρει η αξία του ενός από του άλλου; Ή μήπως υπάρχουν δύο ειδών υγείες, ευημερίες, ασφάλειες; Ή μήπως ο τρόπος με τον οποίο τα επιδιώκετε είναι διαφορετικός; Κάτι περίεργο συμβαίνει. Ή μήπως συμβαίνει το ίδιο και με τον τρόπο που ερευνάτε τη γνώση και γενικά τη ζωή; Πώς συλλαμβάνετε αυτές τις έννοιες; Ή μήπως ανάμεσα σε σας και τις αξίες υπάρχει κάποιο εμπόδιο, ένα παραμορφωτικό γυαλί, και ο καθένας από σας βλέπει τις αξίες παραλλαγμένες;
Δυστυχώς, μια σκηνοθεσία βλέπω πίσω από αυτή την παράσταση και τον «σκηνοθέτη» να χαίρεται με την τελειότητα αυτού του παράλογου θεάτρου. Κατάφερε τον χωρισμό του Έλληνα από την ταυτότητά του, κατάφερε τη διχόνοιά του. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια που γεμίζει την ατμόσφαιρα που ζούμε, τον τρόπο που βλέπουμε τη ζωή-γνώση. Αυτό το γεγονός το κρύβουμε βαθιά μέσα μας. Αυτό, όμως, χωρίς να μας ρωτήσει, διαπερνά τα σπλάχνα μας, τη λογική, τη συνείδηση, την πίστη, το υποσυνείδητο. Τώρα είναι μπροστά στην θύρα της ψυχής και θέλει να μπει μέσα. Τότε...;
Η πιο συνηθισμένη εικόνα που αντικρίζεις σήμερα, όταν δύο άτομα συζητούν για ένα θέμα, όποιας μορφής και αν είναι: κοινωνικό, πολιτικό ή επιστημονικό, αυτή η πικρή αλήθεια παρουσιάζεται σαν τέρας. Το αποτέλεσμα της συζήτησης είναι προϊόν αυτής της διχόνοιας. Είναι αυτονόητο ότι πίσω από κάθε θέμα συζήτησης κρύβεται μία αλήθεια. Επιμένω, κρύβεται μόνο μία αλήθεια. Υποθέτουμε ότι τα άτομα αυτά έχουν άρτια λογική. Η συζήτησή τους συνήθως καταλήγει χωρίς λύση. Την αλήθεια ο καθένας την προσεγγίζει διαφορετικά. Υποστηρίζει επίμονα ότι η αλήθεια ανήκει μέσα στον δικό του κόσμο, στη δική του αντίληψη. Το συνειδησιακό του επίπεδο αμφισβητεί με το «δίκαιο» την άλλη άποψη. Το ίδιο συμβαίνει και με τους δύο. Είναι σαφές ότι για αυτούς υπάρχουν τουλάχιστον δύο αλήθειες. Διαφορετικά, η συζήτησή τους θα κατέληγε σε ένα συμπέρασμα. Αποφεύγουν εντελώς την τρίτη αλήθεια, που ίσως να είναι και η σωστή. Αυτή δεν την αγγίζουν. Ποιος τους έμαθε όμως, ότι αυτή υπάρχει; Ότι δεν πιάνουν οι αισθήσεις, ότι περνά τα όρια της ορθολογικότητάς τους, απλά δεν υπάρχει. Ποια είναι αυτή; Για να είμαστε ειλικρινείς, αυτή ταυτίζεται με μια τρίτη συνείδηση, με μια τρίτη ματιά, ίσως με ένα τρίτο μάτι...
Συνηθίσαμε να ερευνούμε τη γνώση και την ιερότητά της μόνο μέσω της λογικής. Ταλαιπωρήσαμε αυτήν την καημένη λογική τόσο πολύ, που δεν ανταποκρίνεται πια σωστά ούτε στα αυτονόητα, τα καθήκοντά της. Παραδόξως, σήμερα πολλοί από μας τα αυτονόητα τα λέμε παράλογα. Τίθεται το ερώτημα: Πώς θα ξεμπλέξουμε με αυτό το σύμπλεγμα; Δυστυχώς, τα παλιά εργαλεία της γνώσης τα έχουμε παρατημένα αιώνες τώρα. Αρνούμαστε πεισματικά να χρησιμοποιήσουμε την ενστικτώδη μας ικανότητα να προσεγγίσουμε την αλήθεια, να μιμηθούμε λίγο τα ζώα. Δεχόμαστε ότι είμαστε έμψυχα όντα, αλλά μόνο ως προς τη ζωή, όχι όμως ως προς τη γνώση. Αυτό μας αναγκάζει να αρνηθούμε και την ιερότητα που κρύβουμε μέσα μας, την ιερότητα της γνώσης. Συμφωνήσαμε να την παραδώσουμε αυτή κάπου αλλού, να τη διαχειριστούν άλλοι, όποιοι κι αν είναι αυτοί, όχι όμως εμείς.
Ο Νεοέλληνας εμπιστεύτηκε την επιστήμη δεκαετίες, αιώνες τώρα με ανοιχτό το στόμα να του δείξει την ιερότητα της γνώσης, και αυτή του απαντάει: «Έψαξα τον μικρόκοσμο μέχρι το άπειρο της ύλης και πέρα από τα όριά της, στα όντα και τα μη όντα, αλλά Θεό δεν βρήκα. Έψαξα το ορατό σύμπαν, στα όρια του γαλαξία μας και πέρα από αυτόν. Ο Θεός έχει πάει μακριά, μας έχει παρατήσει...»
Νομίζω είναι πρόωρο να μιλήσουμε για τα δόγματα και τον ρόλο που έπαιξε η πίστη στην ερευνητική ικανότητα του νεοέλληνα. Το μόνο που μπορούμε να πούμε εδώ είναι ότι ο Πρόγονος μας, που τον λέμε Αρχαίο, δεν παρέδωσε ποτέ την ψυχή του, την ιερότητά του, ούτε σε ναό, ούτε σε μαντείο, ούτε σε θεό ακόμα. Την κρατούσε, σαν δώρο θεού, αποκλειστικά για τον εαυτό του, γιατί ένιωθε ο ίδιος μικρός θεός. Είχε κτίσει για τον εαυτό του το στάτους που του έδινε το δικαίωμα και την ικανότητα να ερευνήσει και να βρει την αλήθεια βαθιά μέσα του, γιατί ήταν αυτογνώστης. Μέσω του γνωστού του εαυτού γνώρισε τους νόμους του σύμπαντος και της κοινωνικής αρμονίας. Ο νόμος της ομοιότητας είναι συμπαντικός.
Γράφτηκαν χιλιάδες τόμοι, αιώνες τώρα, για αυτήν την άρνηση του νεοέλληνα. Αυτό το γεγονός το πλήρωσε πολύ ακριβά τότε που έγινε το μεγάλο σχίσμα. Την ορφάνια αυτού του διαζυγίου πληρώνουμε εμείς σήμερα. Και δεν την πληρώνουμε μόνο εμείς. Όλοι οι ορθά σκεπτόμενοι ανά την υφήλιο πονάνε γι’ αυτή την άρνηση - διχόνοιά.
Παρακαλώ μη μας παρεξηγήσετε. Έχουμε ένα ελάττωμα εμείς «οι από δω»: ξέρουμε τι λέμε. Και κάτι χειρότερο: δεν τα λέμε όλα. Γι’ αυτό φταίει η γλωσσική μας α-παιδεία και... «ο σκηνοθέτης»...
Ας πάμε πάλι στο σήμερα και ας παρακολουθήσουμε τη συζήτηση δύο «πληροφορημένων». Συνήθως συμβαίνει αυτό το σκηνικό, σύγκρουση:
Όταν ο ένας λέει παιδεία, ο άλλος κατανοεί μάθηση.
Όταν ο ένας λέει μάθηση, ο άλλος κατανοεί πληροφόρηση.
Όταν ο ένας λέει ιστορία, ο άλλος αραδιάζει γεγονότα, πρόσωπα, χρονολογίες.
Όταν ο ένας λέει το πνεύμα κάθε ιστορικής εποχής, αυτό που καθορίζει τα ιστορικά γεγονότα, ο άλλος κατανοεί το χθες μόνο από τα διαβάσματα – «την ιστορία την γράφει ο νικητής»...
Όταν ο ένας λέει πολιτική, ο άλλος κατανοεί κομματική οργάνωση και πειθαρχία σε αυτήν. Δεν νιώθει κανένα καθήκον, καμία υποχρέωση.
Όταν ο ένας λέει πρόοδο, ο άλλος κατανοεί συντήρηση. Όταν ο πρώτος λέει πρόοδο της συντήρησης, ο άλλος κατανοεί συντήρηση της προόδου.
Όταν ο ένας λέει πατρίδα, ο άλλος κατανοεί πατριδοκαπηλία.
Όταν ο ένας λέει πλούτο, ο άλλος κατανοεί ύλη, ακίνητα, τραπεζικούς λογαριασμούς.
Όταν ο ένας λέει κράτος και πονάει, ανιδιοτελώς θέλει να συμβάλει για να χτιστεί, ο άλλος ζητάει επαναστατικό γκρέμισμα, συνθήματα, απεργίες...
Όταν ο ένας λέει πνεύμα, ψυχή, ταυτότητα, εκεί η αντιπαλότητα αγριεύει, γίνεται έχθρα.
Όταν ο ένας λέει σοφία, γνώση, υπέρβαση της μετριότητας, εκεί ξεκινάει ο πόλεμος.
Είναι σίγουρο ότι αυτό συμβαίνει και στη συζήτηση ενός δεξιού και ενός αριστερού. Αργά ή γρήγορα η κουβέντα θα πάει στα άκρα. Ο καθένας θα υπερασπίζεται τα ιδανικά του, τα επιτεύγματα της ιδεολογικής του παράταξης και θα περηφανεύεται για τα κατορθώματα του πατέρα, του παππού ή του προπάππου του. Θα κακοκρίνει τα εγκλήματα της άλλης πλευράς. Είναι σαφές ότι ο καθένας υπερασπίζεται την αλήθεια του, τη φιλοσοφική του αντίληψη για τον κόσμο, για τη ζωή, έστω κι αν δεν το δηλώνει. Και οι δύο αποφεύγουν ή δεν τολμούν να μεταφέρουν τη συζήτηση από την αντιπαράθεση και τους υψηλούς τόνους στις αιτίες της αντιπαράθεσης αυτής καθαυτής. Σε αυτήν τη μεταφορά, αναδίπλωση ίσως να βρουν την τρίτη αλήθεια...
Το ίδιο συμβαίνει και κατά τη συζήτηση δύο πολιτικών ή μελετημένων ανθρώπων. Το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Ο ένας αραδιάζει τα διαβάσματά του, ο άλλος ψάχνει τις αιτίες των πραγμάτων. Ο ένας μιλάει για γεγονότα, φαινομενικότητες, και ο άλλος για ιδέες. Ο ακροατής, μουδιασμένος, ανίκανος, παίρνει την πλευρά που ταιριάζει με την αντιληπτική του ικανότητα. Όταν δεν τα καταφέρνει, θα ρωτήσει τον πνευματικό ή τον μέντορά του. Ένας φαύλος κύκλος... Έτσι, η διάνοια, χωρίς να το θέλει, παρακάμπτει την αλήθεια και σέρνει πίσω της και τον κοινό νου.
Τα παρακάτω δεν είναι φαντασίωση. Μια ανάλογη σκηνή την έχω ζήσει.
Ας φανταστούμε για μια στιγμή, στην κορύφωση του καβγά, ο αριστερόφιλος να σταματήσει τη διαπλοκή, να μείνει ακίνητος, νηφάλιος και μετά από λίγο να φωνάξει δυνατά: «Το βρήκα». «Κάτι περίεργο μου συμβαίνει, κάποια φωνή μέσα μου...» «Τα κόμματα, τα κόμματα», φώναξε δυνατά. Μετά από μακρά σιωπή, η κουβέντα πήρε άλλη μορφή... Και συνεχίζει, σαν να ρωτούσε περισσότερο τον εαυτό του: «Πώς μπήκαν τα κόμματα στη ζωή μας; Στην αρχή σαν συμμορίες, μετά σαν προστάτες και τέλος σαν άρχοντες. Τι μετατροπές έκαναν στη ζωή, στη συνείδηση, στην κοινωνία; Τι αλλαγές υπέστη η κοινωνική συνοχή, οι φιλίες, η αδελφική αγάπη και όλη η αρμονική συνύπαρξη των ανθρώπων; Συνοδεύτηκαν στην αρχή από φόβο, μετά από ρουσφέτι και σήμερα από πειθώ, καταναγκασμό». «Έλα», λέει, «να ρίξουμε μια ματιά στο σήμερα. Δες με τι μεθόδους και πονηριά συντηρούν αυτές τις δύο αλήθειες. Δες τι μεγάλη προσπάθεια γίνεται για να επικρατήσει αυτή η κατάσταση. Σχολεία, πανεπιστήμια, εφημερίδες, κανάλια δουλεύουν εντατικά να κρυφτεί πάση θυσία η τρίτη αλήθεια, να κρατηθεί ζωντανό ένα ψέμα, μια διχόνοια». Νομίζω ότι κύρια αιτία αυτής της κατάστασης είναι η εκπαιδευτική ανεπάρκεια, που δεν επιτρέπει στους ανήσυχους να διαλέγονται με νηφαλιότητα ή να διαλογίζονται ανώτερα επίπεδα αντιληπτικότητας. Πρέπει πάση θυσία να επιμένουν στη στείρα αντιπαλότητα μέχρι τη διαπλοκή. Αυτή μπαίνει πάντα σαν φραγμός στις χαμηλές συνειδήσεις. Έτσι τους αποτρέπουν από τη σωστή πορεία της αναζήτησης.
Και τίθεται το ερώτημα: Μήπως για να βρούμε τα αίτια της αντιπαλότητας πρέπει να εμβαθύνουμε στο χθες ή στο μακρινό Προχθές, ή μήπως μέσα μας; Νιώθουν ότι αυτό έχει επίσης έντονα αίτια κληρονομικότητας, του χθες. Σκέφτονται πως, με τον τρόπο που οι πρόγονοί τους δίδαξαν από μικρή ηλικία τι είναι καλό και τι είναι κακό, όχι τόσο με το λέγειν τους όσο με τις πράξεις τους. Το παιδί απορροφά σαν σφουγγάρι το πνεύμα μέσα στο περιβάλλον που μεγαλώνει.
Τον τελευταίο καιρό, με ικανοποίηση διαπιστώνω ότι οι συνομιλίες κάπως αλλάζουν. Νιώθουν το αόρατο εμπόδιο, που μοιάζει να είναι πέρα από τα όρια της ορθολογικότητάς τους. Σκέφτονται να ανατρέψουν τη συζήτηση στο γιατί της αντιπαλότητας και αναρωτιούνται: «Γιατί να υπάρχει αυτή η αντιπαλότητα, αυτός ο περιορισμός;» Δυστυχώς, πολλοί δεν μπορούν να προχωρήσουν και μένουν μουδιασμένοι μπροστά στο καθήκον.
Λίγες είναι οι εξαιρέσεις που το καταφέρνουν. Αυτοί το νιώθουν ότι υπάρχει, εκτός από αυτό το μούδιασμα, και ένας φραγμός γνώσης, λες και ένα προσεκτικό χέρι το έχει βάλει ανάμεσα στην αντίληψή μας και την αλήθεια. Αυτό το μούδιασμα απλώνεται σαν μαύρη σκιά και καλύπτει όλη την ατμόσφαιρα, απλώνεται σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας.
Ας συμφωνήσουμε ότι, για να ερευνήσουμε αυτά τα θέματα, οφείλουμε να πάμε στο χθες μας. Σε ποιο χθες, όμως; Στο κοντινό ή στο μακρινό; Στο κοντινό δεν μας επιτρέπουν τα ιδεολογήματα. Το μακρινό είναι κωδικοποιημένο. Τι να κάνουμε;
Φίλε, προσεκτικά αποφεύγω τα μεταφυσικά, τις υπερβατικότητες και τους μυστικισμούς. Μιλάμε, νομίζω, μέσα στα όρια του κοινού νου. Τον κοινό νου οφείλουμε να τον προσέξουμε όλοι. Σε αυτόν απευθύνεται κάθε φροντίδα και κάθε προσπάθεια των ανήσυχων. Σε τελική ανάλυση, αυτός μας κρίνει.
Ας πάμε μέχρι το 1821.
«Χρειάζεται ένας Καποδίστριας», λένε κάποιοι! Γιατί χρειάζεται ένας Καποδίστριας;
Αυτός προσπάθησε να αφαιρέσει το πέπλο της άγνοιας από τη συνείδησή μας.
Αυτός προσπάθησε να ξαναβάλει τις ξεχασμένες αξίες στη ζωή μας.
Αυτός θυσιάστηκε να κτίσει ένα κράτος φορτωμένο με τα οικουμενικά καθήκοντα του Χθες.
Αυτός ήξερε να ανάψει ξανά τη φλόγα της σοφίας, που ήταν αιώνες σβησμένη.
Αυτό το γεγονός, ευτυχώς, σήμερα το δέχονται αρκετοί. Αισθάνονται ότι μόνο μια τέτοια προσπάθεια ταιριάζει με το ξυπνημένο Ελληνικό Πνεύμα.
Ο νέος Καποδίστριας θα ανάψει το Απολλώνιο Φως, λένε κάποιοι άλλοι. Να μας δείξει ότι ο Σωκράτης δεν ήταν ούτε αριστερός, ούτε δεξιός, ούτε κεντρώος. Ήταν κάπου πάνω από αυτά. Μήπως έχουν δίκιο; Μήπως στέκεται πάνω από τα κεφάλια μας; Ή μήπως είναι κρυμμένος βαθιά μέσα μας, στα πιστεύω μας, έτοιμος να μας βοηθήσει;
Ο νέος Καποδίστριας θα μας διδάξει να απελευθερωθούμε από τα ξένα γνωστικά φορτία, να μας δείξει τα καθήκοντα της διάνοιας. Αυτός θα μας δείξει ότι χρειαζόμαστε δασκάλους που πείθουν, δασκάλους για να μάθουν στους δασκάλους τη μέθοδο της κρυφής διδασκαλίας, και δασκάλους για να δείξουν στους δασκάλους των δασκάλων την αληθινή έρευνα της αυτογνωσίας, του Χθες. Να μας δείξει τι ταιριάζει με εμάς. Να αποκτήσουμε τη δική μας παιδεία, μέχρι που να παρουσιαστεί ένας νέος Σωκράτης.
Αυτός θα μας δείξει την καθαρή υγεία, αυτή που πηγάζει από μέσα μας και εναρμονίζει ενεργειακά την ύπαρξη μας, να διδάξει τους γιατρούς μας και τους δασκάλους των ιατρών, μέχρι που να παρουσιαστεί ένας νέος Ιπποκράτης.
Ο νέος Καποδίστριας θα μας δείξει την ιερότητα της δικαιοσύνης, μέχρι να παρουσιαστεί ένας Λυκούργος. Μα πώς να παρουσιαστεί ένας Λυκούργος, όταν εμείς αρνούμαστε την ιερότητα της γνώσης, του δικαίου, της ψυχής μας;
Ή μήπως να μας δείξει ότι παίζουμε θέατρο με την αλήθεια, την κοροϊδεύουμε; Να μας μάθει ότι οι Αρχαίοι ημών Πρόγονοι έπαιζαν θέατρο στις σκάλες του αμφιθεάτρου για να καθαρίσουν τις ψυχές τους, ενώ εμείς παίζουμε θέατρο με τη ζωή μας; Κολλάμε πίσω από τους ψυχαναλυτές, ψυχιάτρους, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτοί αγνοούν τις ψυχές τους. Μήπως χρειαζόμαστε και έναν Αισχύλο;
Τι να πρωτοπούμε για τις ανάγκες μας, για τη νόσο μας;
Ο Καποδίστριας γνώριζε τα μυστικά της Ελληνικής Παιδείας. Στην οργάνωση που ανήκε, είχε μυηθεί στην ανώτερη γνώση και ήθελε να την κάνει κτήμα του κοινού νου, του γένους που ανήκε. Να ξαναγεννηθεί στον χώρο όπου ανήκε η Ελληνική Σοφία. Αυτό, όμως, ήταν ανεπίτρεπτο για τον «σκηνοθέτη». Αυτή ήταν και μία από τις αιτίες της δολοφονίας του. Αυτή, όμως, δεν λέγεται δημοσίως.
Τα αίτια της διχόνοιας μας δεν είναι τυχαία, είναι μελετημένα και σχεδιασμένα πέρα και πάνω από τα συνειδησιακά μας όρια, και του αριστερού και του δεξιού. Είναι ένα είδος πλύσης εγκεφάλου αυτό που έχουμε πάθει, που η διάνοια οφείλει να δώσει λύση. Αλλά πριν από τη λύση, οφείλει να την εξηγήσει, οφείλει να την σατιρίσει. Κάθε δόγμα πέφτει μόνο όταν εξηγείται η αινιγματικότητα του και κοροϊδεύεται η ανηθικότητα του. Μπορεί, όμως, να το κάνει η σημερινή διάνοια; Χρειάζεται δύναμη και φως. Κάποιοι το λένε Απολλώνιο, άλλοι το λένε θεϊκό. Τι σημασία έχει η ονομασία; Ας την πούμε Καποδιστριακή Αναγέννηση.
Αν ερευνήσουμε λίγο πιο βαθιά και πάμε στο Μεγάλο Χθες μας, θα διαπιστώσουμε ότι οι Πρόγονοί μας είχαν την ίδια λογική με μας, τις ίδιες αισθήσεις, λίγο-πολύ την ίδια γλώσσα μα μας. Τα εργαλεία της γνώσης, ο τρόπος προσέγγισης της αλήθειας, ήταν διαφορετικός. Ίσως γι’ αυτό η ερευνητική τους ικανότητα έφτανε το άπειρο. Οι αλήθειες τους, δυστυχώς, μας παρουσιάζονται κρυφές, με κωδικούς. και εμείς μουδιάζουμε.
Ας πούμε εδώ ξανά μια φαρμακερή αλήθεια που γιατρεύει: χάσαμε τα εργαλεία της γνώσης. Γι’ αυτό το φάρμακο δεν επιτρέπεται κανένα σχόλιο...
Διάλογος για τους Αρχαίους ημών Προγόνους δεν ήταν η απλή συζήτηση μεταξύ δύο προσώπων. Ήταν μια επίπονη διαδικασία, μέχρι ο Λόγος του Δία να μπαίνει ανάμεσά τους, να αναδιπλώνει τη συζήτηση και να την υψώνει σε άλλη διάσταση. Δυστυχώς, χρησιμοποιούμε τις ίδιες λέξεις, αλλά συλλαμβάνουμε διαφορετικές έννοιες, γιατί οι ίδιες οι λέξεις έχουν χάσει την αυθεντική τους έννοια. Είναι κι αυτή μια άλλη πικρή αλήθεια.
Η αποκωδικοποίηση, το σπάσιμο αυτού του φραγμού, ακούγεται σαν ένα μικρό βήμα, ένα αθώο πέρασμα. Αυτό όμως ανοίγει έναν απέραντο κόσμο γνώσης και ιδεών. Μετά από αυτό το βήμα, γίνεται αντιληπτό ότι μας έχουν φράξει τον δρόμο προς τον κόσμο μας, του Χθες μας. Είναι σήμερα επιτακτική ανάγκη αυτή η υπέρβαση. Είναι φυσιολογική, δεν έχει καμία σχέση με το παράλογο, το εξωπραγματικό.
Πολλά λέμε για τα δικαιώματα της μειονότητας ή για τα ανθρώπινα δικαιώματα γενικά. Αρνούμαστε, όμως, πεισματικά το κύριο δικαίωμά μας, αυτό στην ανώτερη γνώση. Για τον αυτογνώστη, η φράση «ανθρώπινα δικαιώματα» ακούγεται σαν κοροϊδία. Γι’ αυτόν, το δίκαιο είναι αδερφός της αλήθεια και της ελευθερίας. Η έννοια «άνθρωπος» γι’ αυτόν έχει πολλές διαστάσεις. Έτσι, τα «ανθρώπινα δικαιώματα» καταλήγουν γι’ αυτόν σαν δώρα στα μικρά παιδιά, να τα χειραγωγούν πιο εύκολα, είτε προς μια ιδεολογία, είτε προς ένα δόγμα. Στην ουσία, κι αυτά συμβάλλουν να συντηρηθεί η νόσος μας.
Φίλε
Μου αναφέρεις ένα φανταστικό ταξίδι: «Αθήνα – Τίρανα». Έτσι λέει το κείμενο που μου έστειλες.
Είναι γνωστό ότι εμείς από δω ζούμε σε ένα καλά οργανωμένο κράτος, που επιδιώκει σύντομα να γίνει πλήρως μέλος της Ενωμένης Ευρώπης. «Κράτος Δικαίου» το ονομάζουν. Στα χαρτιά όλα είναι τέλεια. Στην ουσία, οδηγείται σε αυτή την πορεία από δύο αφανή συστατικά: διαφθορά και παρανομία. Αυτό εκφράζεται από πολλούς ορθά σκεπτόμενους πολίτες. Η κυβέρνηση δηλώνει ότι, όταν αυτή η πορεία ταυτιστεί με τις αξίες της Ευρώπης, θα εγκριθεί η ένταξη. Έτσι μας λένε. Και εμείς αναρωτιόμαστε: Είναι δυνατόν να ταυτιστούν αυτές οι αξίες, ή μήπως συμβαίνει κάτι άλλο;
Οι κυβερνώντες συζητάνε με όλους τους Ευρωπαίους ηγέτες για αυτή την πορεία. Έρχονται και στην Αθήνα και δηλώνουν ανοιχτά μεταξύ άλλων: «Η Βόρειος Ήπειρος είναι μία έννοια πεθαμένη», και εμείς κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου. Γιατί δεν αντιδρούμε σε αυτά τα θέματα και πολεμάμε με λύσσα ο ένας τον άλλον, βυθισμένοι μέσα στον βούρκο της απατρίας; Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια οι Αλβανοί δεν μας παίρνουν στα σοβαρά, και αυτό οφείλεται πρώτα απ’ όλα στην νόσο μας και στην ανικανότητα οργάνωσης κράτους. Δυστυχώς το ίδιο συμβαίνει και με τους άλλους γείτονες.
Παράλληλα, όμως, με αυτό, εδώ εκτελείται και μια άλλη σοβαρή, οργανωμένη προσπάθεια από μη κρατικούς φορείς. Από μια ομάδα μελετημένων και άλλων μεμονωμένων ατόμων, που ερευνούν ασταμάτητα. Αυτοί ερευνούν ρίζες, ταυτότητες και ιστορικές αλήθειες στα βάθη του χρόνου, που μέχρι σήμερα τους ήταν κρυμμένες. Αγαπάνε την πατρίδα τους και τη θέλουν μεγάλη και δυνατή. Είναι πατριώτες. Μπράβο τους. Με αξιόλογη προσπάθεια ίδρυσαν ανεξάρτητη Ακαδημία Επιστημών. Απόκτησαν ελεύθερη πρόσβαση στα μεγάλα αρχεία της Ευρώπης. Ξεσκονίζουν αθόρυβα τα αρχεία στην Ιταλία, Γαλλία, Τουρκία, Αρμενία και πολλές άλλες κρατικές και πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες ανά την Ευρώπη. Ακόμα και στα μυστικά αρχεία του Βατικανού απέκτησαν πρόσβαση. Αρκετοί ερευνητές τους έχουν ενταχθεί σε σοβαρά πανεπιστημιακά προγράμματα και ερευνούν μαζί με Έδρες Αλβανολογίας παγκοσμίως γνωστές το δικό τους χθες, τη γλώσσα, την ιστορία, την αρχαιολογία. Μπράβο τους. Η αντίληψη τους για την αυτογνωσία είναι εντελώς διαφορετική. Η αλήθεια είναι ότι οι ανήσυχοι στην εδώ κοινωνία διψάνε περισσότερο από μας για γνώση. Τα εμπόδιά τους, όμως, είναι διαφορετικά. Εκτός από αυτά που αφορούν εμάς, τους λείπει και το σημείο αναφοράς, το χθες. Η δίψα τους, όμως, είναι αξιοθαύμαστη. Ζητάνε επίμονα μια ταυτότητα. Θέλουν να μπουν στην Ευρώπη με τη δική τους ταυτότητα, γι’ αυτό ερευνούν απεγνωσμένα το χθες τους. Ο πατριωτισμός τους ξεπερνάει κατά πολύ την αντίληψή μας για αυτή την έννοια. Ο αριστερός από εδώ είναι λίγο πιο δεξιά από τον δεξιό από κει. Ο δεξιός από δω, φαντάζεστε...
Σας μεταφέρω λίγα από τα αποτελέσματα των ερευνών τους:
Η αλβανική γλώσσα είναι η μητέρα όλων των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Είναι η μοναδική που κατάγεται απευθείας από την πελασγική. Η ελληνική γλώσσα είναι μία διάλεκτος της αλβανικής. Το Βυζάντιο και την Οθωμανική Αυτοκρατορία τα θεωρούν συνέχεια του Ιλλυρικού βασιλείου, η διακυβέρνηση των οποίων εκτελούνταν από δικούς τους άρχοντες. Πολλά από τα μνημεία της Αρχαιότητας τα μετατρέπουν αυτόματα σε Ιλλυρικά, δηλαδή... Αποφεύγουν προσεκτικά την Ελληνική Κλασικότητα, όπως κάνουν και άλλα παγκόσμια ιδρύματα με τα οποία συνεργάζονται. Και πάλι μπράβο τους.
Εμείς τι κάνουμε; Ποιος από μας επιδιώκει να ερευνήσει τα παγκόσμια αρχεία και βιβλιοθήκες ανιδιοτελώς, για να βρει τους χαμένους θησαυρούς του Ελληνικού Χθες;
Φίλε, ακόμα μια φορά σε ευχαριστώ. Έγινες αφορμή να πιάσω το μολύβι για τέτοια θέματα μετά από πολλά χρόνια. Οφείλω να ομολογήσω ότι η γραφή μου δεν είναι άριστη. Δεν κάθισα ποτέ σε ελληνικό θρανίο. Αναγκάστηκα να ζητήσω βοήθεια, γι’ αυτό άργησα την απάντηση. Ζητώ την κατανόησή σου.
Με σεβασμό
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου